Τετάρτη 8 Μαΐου 2013
Τα μουσικά όργανα: το σαντούρι
ΤΟ ΣΑΝΤΟΥΡΙ ΣΤΟΝ ΕΛΛΑΔΙΚΟ ΧΩΡΟ
Η ιστορία του σαντουριού σε Ανατολή και Δύση ξετυλίγεται σχεδόν ταυτόχρονα, μέσα από γραπτά κείμενα και εικονιστικές πληροφορίες. Στη Δυτική Ευρώπη εμφανίζεται στο πρώτο ήμισυ του 15ου αιώνα, ενώ στο χώρο της Μεσοποταμίας το δεύτερο ήμισυ του 15ου αιώνα. Η τεχνική κρούσης των χορδών του ψαλτηρίου με δύο πλήκτρα, τις μπαγκέτες, το σύστημα των καβαλάρηδων, δηλαδή η διαίρεση των χορδών σε παιζόμενα τμήματα, η τοποθέτηση του οργάνου αντικριστά στο πρόσωπο του παίκτη, αλλά και το σχήμα του, τραπεζοειδές ή ορθογώνιο, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και παραπέρα εξέλιξη του σαντουριού.

Στη Δύση διαδόθηκε με τις ονομασίες dulcimer (dulce+melos= γλυκιά μελωδία), Hackbrett (πάγκος χασάπη), kimbalom (κύμβαλον) και tympanon (τύμπανον). Επεκράτησε το τραπεζοειδές σχήμα και έγιναν διάφορες τροποποιήσεις και βελτιώσεις, ενώ κατασκευάστηκαν όργανα με πολλά και διάφορα κουρδίσματα.
Στο χώρο των Βαλκανίων δημιουργήθηκε ένας τύπος σαντουριού (kimbolom ή cimbalom), που ο μεσαίος καβαλάρης του χωρίζει τις χορδές σε πέμπτες. Το ελληνικό σαντούρι ανήκει στην οικογένεια του cimbalom, επεκράτησε με τον γενικό όρο σαντούρι, είναι χρωματικά κουρδισμένο, και ο μεσαίος καβαλάρης χωρίζει τις χορδές σε πέμπτες. Διαφέρει όμως από τα άλλα σαντούρια–cimbalom της Βαλκανικής, ως προς τη διάταξη των χορδών και το κούρδισμα.
Απ’ τις περιγραφές για τη μουσική κίνηση στα μεγάλα αστικά κέντρα της Μ. Ασίας, Σμύρνη και Κων/πολη (18ο–20ο αι.), γίνεται κατανοητό ότι το σαντούρι ήταν βασικό όργανο στις ελληνικές κομπανίες των αστικών αυτών κέντρων.
Με τα σαντουρόβιολα ερμήνευαν τα τραγούδια της εποχής στα καφέ αμάν, αλλά και σε κάθε είδους κοινωνική εκδήλωση.
Απ’ τα παράλια της Μ. Ασίας το σαντούρι πέρασε στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (Λέσβο, Λήμνο, Χίο, Σάμο κ.τ.λ.)
Στη Λέσβο η πληροφορία έρχεται απ’ το Γάλλο μηχανικό De Launay. Στο βιβλίο του «Κοντά στους Έλληνες της Τουρκίας» (Παρίσι 1897) περιγράφει μια κομπανία με σαντούρι, βιολί και λαούτο.
Στην Αθήνα η πρώτη αναφορά στο σαντούρι γίνεται το 1802. Ο Edward Daniel Clarke, σημειώνει στα Ταξίδια του ότι «πολύ λίγοι Έλληνες ξέρουν κάπως να παίζουν σαντούρι»
Από το 1802 μέχρι το 1870, δεν γίνεται καμιά αναφορά για το σαντούρι στην Ελλάδα. Ο κυριότερος λόγος, η προσπάθεια των Ελλήνων να αποτινάξουν τον τουρκικό ζυγό.
Από τον Τύπο της εποχής πληροφορούμαστε την ανάπτυξη των «καφέ σαντούρ» στην Αθήνα, τον Πειραιά την Πάτρα και τα Τρίκαλα του 1870. Η άνθηση του σαντουριού, κράτησε περίπου ως το 1898. Οι σαντουριέρηδες με το συγκρότημά τους έρχονταν συνήθως απ’ τη Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη.
Η καθιέρωση του σαντουριού ξεκινά ουσιαστικά με τη Μικρασιατική καταστροφή (1922) και την εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα.
Χάρη στις τεχνικές και εκφραστικές του δυνατότητες, το σαντούρι έγινε απαραίτητο όργανο της κομπανίας. Χρησιμοποιήθηκε για να ερμηνεύσει κυρίως το δημοτικό μας τραγούδι (μικρασιάτικο, νησιώτικο, στεριανό), αλλά και το λαϊκό.
Η ανάπτυξη του σαντουριού θα κρατήσει έως τη δεκαετία του 1950. Σιγά-σιγά οδηγείται στο περιθώριο, όχι όμως και στον αφανισμό.
Οι κυριότεροι λόγοι που περιόρισαν την εξέλιξή του είναι:
· Η μετακίνηση του αγροτικού πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα, και κυρίως το εξωτερικό (μετανάστευση).
· Η χρησιμοποίηση ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών οργάνων.
· Η καθιέρωση του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού, που μέσω αυτών καθιερώθηκε το μπουζούκι.
· Η εισβολή του ραδιοφώνου και του γραμμοφώνου, και κυρίως
· Η αδιαφορία του επίσημου κράτους, και η έλλειψη κρατικής σχολής λαϊκών μουσικών οργάνων.
Παρά τις αντίξοες συνθήκες, το σαντούρι εξακολουθεί να παίζεται σε περιορισμένη κλίμακα στις αγροτικές περιοχές, αλλά και τις μεγάλες πόλεις.
Είναι βασικό όργανο στα συγκροτήματα παρουσίασης παραδοσιακών χορών, (Λύκειο Ελληνίδων, Δόρα Στράτου, Δημόγλου κ.τ.λ.). Χρησιμοποιήθηκε από τους μεγάλους Έλληνες συνθέτες (Χατζηδάκι, Θεοδωράκη, Μαρκόπουλο, Δημ. Δραγατάκη, Ηλ. Ανδριόπουλο, κ.α.) στο έντεχνο λαϊκό τραγούδι και σε συμφωνικά έργα. Χρησιμοποιήθηκε επίσης για ηχητικά εφέ σε ντοκιμαντέρ και κινηματογραφικές ταινίες.
Απ’ τα τέλη της δεκαετίας του 1970, προβάλλεται απ’ τη τηλεόραση σε προγράμματα παραδοσιακής μουσικής, δημιουργείται λαϊκό σχολείο παραδοσιακής μουσικής και απ’ τα μέσα της δεκαετίας του 1980 διδάσκεται στα Μουσικά Γυμνάσια και Λύκεια.
πηγή kofteros.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου