Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου



Συνολικές προβολές σελίδας

Επιμέλεια ακροβάτης. Από το Blogger.
Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

Εδώδιμα-αποικιακά: Nα μου πείτε πως αν ζούσατε την ίδια ζωή με μένα, τα ίδια θα παθαίνατε και τα ίδια θα κάνατε.(ένα αφιέρωμα στο Μάρκο)

Σαρανταένα χρόνια χωρίς το Μάρκο

"Μου αρέσουν οι καρδιές σαν τη δική μου"-ένα ντοκυμαντέρ του Γιώργου Ζέρβα, αφιερωμένο στο Μάρκο Βαμβακάρη

Ο Μάρκος Βαμβακάρης (10 Μαΐου 1905, Άνω Χώρα Σύρου - 8 Φεβρουαρίου 1972 Αθήνα) υπήρξε σημαίνων και δημοφιλής δημιουργός ρεμπέτικων τραγουδιών.Ο Μάρκος προέρχονταν από φτωχή και πολυμελή οικογένεια.
Γονείς του ήταν ο Δομένικος Βαμβακάρης και η Ελπίδα Προβελλεγίου. Είχε άλλα πέντε αδέλφια: Τον Λέανδρο, τον Φραγκίσκο, τον Αργύρη Βαμβακάρη, τη Ρόζα και τη Γκράτσια. Το 1912, η επιστράτευση του πατέρα του τον αναγκάζει να εγκαταλείψει το σχολείο πριν τελειώσει την τετάρτη τάξη και να δουλέψει στο κλωστήριο μαζί με τη μητέρα του. Στη συνέχεια έκανε πολλές δουλειές, όπως παραγιός σε μπακάλικα, σε χασάπικα, εφημεριδοπώλης και λούστρος, ώσπου ένα άτυχο περιστατικό το 1917 τον αναγκάζει να μπει λαθρεπιβάτης σε ένα βαπόρι και να το σκάσει από τη Σύρο για τον Πειραιά. Εκεί ξεκίνησε να δουλεύει ως γαιανθρακεργάτης και εννέα μήνες μετά εγκαθίσταται όλη η οικογένεια. Στον Πειραιά δούλεψε σαν γαιανθρακεργάτης, χαμάλης στα τελωνεία και κατέληξε εκδορέας στα σφαγεία. Το 1942 παντρεύεται με ορθόδοξο γάμο τη δεύτερη σύζυγό του Βαγγελιώ πράγμα που αποτέλεσε και την αιτία του αφορισμού του από την καθολική εκκλησία, λόγω της άρνησης της επισκοπής να ακυρώσει τον πρώτο καθολικό γάμο που είχε τελέσει σε πολύ μικρή ηλικία με την περιβόητη Ζιγκοάλα την πρώτη του γυναίκα. Ο αφορισμός έληξε γύρω στο 1966 αφού είχε ήδη αρχίσει η δεύτερη καριέρα του Μάρκου Βαμβακάρη. Από τη δεύτερη σύζυγο απέκτησε 3 παιδιά, το Βασίλη, το Στέλιο και τον Δομίνικο.

Η ενεργητική του ενασχόληση με τη μουσική άρχισε λίγο πριν πάει στρατιώτης το 1924-25, όταν άκουσε κατά τύχη ένα φίλο του πατέρα του, το Νίκο τον Αϊβαλιώτη να παίζει μπουζούκι. Μέσα σε έξι μήνες έμαθε το όργανο μόνος του, με μόνη καθοδήγηση τα ακούσματα από παλαιούς μπουζουκοπαίχτες που συναντούσε στους τεκέδες της εποχής. Παρ’ότι χειριζόταν πολύ καλά το όργανο, δεν έπαιζε επί πληρωμή, παρά μόνο με φίλους σε τεκέδες, μέχρι το 1934, οπότε λόγω οικονομικών αναγκών και μετά από παρότρυνση του βιολιτζή Βραχάμ συμμετείχε σε ορχήστρα επί πληρωμή. Λίγο καιρό αργότερα, το καλοκαίρι του 1934 συστήνει την πρώτη λαϊκή ορχήστρα, στη μάντρα του Σαραντόπουλου στην Ανάσταση Πειραιώς, την περίφημη «Τετράδα του Πειραιώς», αποτελούμενη από τον ίδιο και τους Γιώργο Μπάτη, Στράτο Παγιουμτζή, Ανέστη Δελιά. Ο Μάρκος Βαμβακάρης άρχισε να γράφει δικά του τραγούδια από το 1928-29, αλλά η καριέρα του στη δισκογραφία ξεκινά το δεύτερο εξάμηνο του 1932 στη νεόδμητη τότε Ελληνική Columbia όπου ηχογράφησε το πρώτο του τραγούδι το «Εφουμάραμ’ένα βράδυ» και το οργανικό «Σερφ ταξίμι» στην άλλη πλευρά του δίσκου. Ακολούθησε μια λαμπρή και πολύ παραγωγική καριέρα, τόσο στις δισκογραφικές εταιρείες όσο και στα νυχτερινά κέντρα, η οποία δε σταμάτησε ούτε την περίοδο της κατοχής. Παρ’όλ’αυτά, το 1950 ο Μάρκος Βαμβακάρης αρρωσταίνει από αρθρίτιδα, πράγμα που οδηγεί στην πλήρη καλλιτεχνική του απομόνωση. Ζει στην ανέχεια, κυρίως με περιοδείες στην επαρχία και σε πανηγύρια μέχρι το 1959 οπότε και τον καλεί ο Βασίλης Τσιτσάνης, ως νέος καλλιτεχνικός διευθυντής της Columbia, για να ηχογραφήσει νέα και παλιά τραγούδια του με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Στο σημείο αυτό αρχίζει η δεύτερη καριέρα του συνθέτη, ο οποίος είχε την τύχη να δει το έργο του αναγνωρισμένο. Πέθανε στο σπίτι του στην Κοκκινιά στις 8 Φεβρουαρίου του 1972.
Στους δίσκους, ο Μάρκος Βαμβακάρης συνήθως έπαιζε μπουζούκι και τραγουδούσε ο ίδιος.
 α ηχογραφημένα τραγούδια του Βαμβακάρη υπερβαίνουν τα 200. Η πλειοψηφία από αυτά ηχογραφήθηκε σε δίσκους 78 στροφών μεταξύ των ετών 1933 και 1956. Από το 1932 μέχρι το 1960 ηχογράφησε 149 τραγούδια δικής του σύνθεσης και 220 ως ερμηνευτής (131 δικά του και 89 άλλων δημιουργών) μεταξύ των οποίων συνθέσεις του Σπύρου Περιστέρη (30 τραγούδια), του Βασίλη Τσιτσάνη (24 τραγούδια), του Απόστολου Χατζηχρήστου (7 τραγούδια) και άλλων. Για να αποφύγει την περίπτωση κατάσχεσης των πνευματικών του δικαιωμάτων λόγω της δικαστικής αντιπαράθεσης με την πρώτη του σύζυγο, χρησιμοποίησε ως ψευδώνυμο το όνομα του παππού του (Ρόκος), ενώ αρκετά τραγούδια του έχουν κατοχυρωθεί στο όνομα φίλων του όπως του Γ. Φωτίδα, της Αθ. Παγκαλάκη (ή Φωτίδα), του Μ. Μάτσα και άλλων.



"Tράβηξε η καρδιά μου να γράψω την ιστορία μου. Θέλω να την ιδώ γραμμένη και να τη διαβάσω απ’ την αρχή ώς το τέλος σα να ήταν κάποιου άλλου. Πιστεύω πως έτσι θα ξεθυμάνει το φούσκωμα της καρδιάς που μου σταλάξανε τόσα πολλά και διάφορα, τέτοια που ο καθένας δεν θα ήθελε να τα ’χει στη δική του την ιστορία. Έχω σκοπό να δημοσιέψω κιόλας την ιστορία μου.
     H χριστιανή που μου κάνει το γραμματικό λέει πως οι πρώτοι χριστιανοί ξεμολογιόντουσαν δυνατά, μπρος σε όλο τον κόσμο, κι όλος ο λαός τούς συγχωρούσε και ξαλάφρωναν για καλά. Όμως τώρα ο κόσμος είναι χαλασμένος και ξέρω πως σήμερα θα βρεθούνε πολλοί που θα σκεφτούνε πως έπρεπε να ντραπώ να ομολογήσω πολλά πράγματα. Eγώ θα πάρω το θάρρος τούς τέτοιους να μην τους λογαριάσω. O άνθρωπος, για να λέγεται αληθινός άνθρωπος, πρέπει να μπορεί νά ’ρθει και στη θέση του άλλου, του ομοίου του. Γιατί απ’ όσα θα σας πω και τα παθήματα και τα φταιξίματα ίδια είναι. Kαι τα φταιξίματα είναι κι αυτά παθήματα.
     Δεν εγεννήθηκα κακός ούτε σκέφτηκα ποτές μου να φχαριστηθώ άμα λυπηθεί ο άλλος. Δεν εγεννήθηκα κακός, ούτε για να ζήσω τη ζωή μου όπως την έζησα. Kαι γι’ αυτό παίρνω το θάρρος να εκθέσω τα αμαρτήματά μου στον κόσμο. Σε έναν κόσμο που εγώ πρώτος τού τραγούδησα τις χαρές και τις λύπες του, τα πλούτη και τη φτώχεια του, την ορφάνια του και την ξενιτιά του.
     Aυτός ο κόσμος θέλω να γίνει ο εξομολόγος μου και πιστεύω ότι όλοι αυτοί για τους οποίους έχω γράψει και γράφω μα και θα γράφω εκατοντάδες τραγούδια, θα με συγχωρέσουν, μια και αυτός είναι ο σκοπός της περιγραφής και εξιστορήσεως της ζωής μου, δηλαδή η συγγνώμη και η συγχώρεση. Γι’ αυτό όσοι θα διαβάσετε την ιστορία μου, φίλοι ή ξένοι, γνωστοί ή άγνωστοι, και μάλιστα οι γνωστοί μου, να ’ρθείτε και να μου σφίξτε το χέρι και να μου πείτε ένα ανοιχτόκαρδο γεια σου. Nα μου πείτε πως όλα περάσανε, ότι όλα αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν. Nα μου πείτε πως αν ζούσατε την ίδια ζωή με μένα, τα ίδια θα παθαίνατε και τα ίδια θα κάνατε.
     Tώρα όλα αυτά βέβαια ανήκουν στο παρελθόν, και την παλιά μου ζωή τη θυμάμαι σαν ένα κακό όνειρο που όταν θα το ιδείς τινάζεσαι από το κρεβάτι σου. Έτσι περίπου τινάζομαι όταν αναπολώ την περασμένη μου ζωή και θυμηθώ τις κακές στιγμές της. Tώρα πια η ζωή μου είναι στρωμένη. Zω ήσυχος, οικογενειάρχης, με καλή και αγαπημένη γυναίκα και τα τρία μου αγόρια. O θεός να μας τα χαρίζει. Tα παιδιά μου τα λατρεύω κυριολεκτικά και τα σπουδάζω και τα τρία για να ζήσουν μεθαύριο άνθρωποι ηθικοί και χρήσιμοι στην κοινωνία, για να τα βλέπω και να τα καμαρώνω και να χαίρομαι.
     Θέλω να είμαι περήφανος για τα παιδιά μου, έστω και αν εγώ δεν μπόρεσα να κάνω τους γονείς μου περήφανους για μένα. Aφού λοιπόν δεν μπόρεσα να κάνω τους γονείς μου να υπερηφανεύονται για μένα, ας κάνω το καθήκον μου σαν πατέρας."
 (από το βιβλίο: Mάρκος Bαμβακάρης, Aυτοβιογραφία, Eκδόσεις Παπαζήση, 1978)